ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟΥ ΑΡΚΑΔΙΑΣ

ΓΙΑ ΤΙΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ:
Πάγια θέση του επιχειρηματικού κόσμου είναι η δημιουργία ενός απλού, δίκαιου και αποδοτικού φορολογικού συστήματος με αναπτυξιακή κατεύθυνση. Δυστυχώς, όλες οι παρεμβάσεις που έγιναν τα τελευταία χρόνια δεν οδήγησαν στο επιθυμητό αποτέλεσμα, καθώς παρά το γεγονός της υπερφορολόγησης των επιχειρήσεων, αλλά και γενικότερα των φορολογούμενων, τα φορολογικά έσοδα, ως ποσοστό επί του ΑΕΠ, παραμένουν χαμηλά. Τα Επιμελητήρια όλης της χώρας, με παρεμβάσεις τους τόσο ανά φορέα, αλλά και μέσω της ΚΕΕΕ, ζητούν:
• Ρύθμιση των φορολογικών οφειλών σε 100 τουλάχιστον δόσεις στις οποίες να
περιλαμβάνονται και οι υποχρεώσεις που δημιουργούνται στο 2014.
• Μηδενισμός των προσαυξήσεων και των πρόσθετων τελών που βεβαιώνονται με
την κύρια οφειλή για όλα τα έτη της κρίσης.
• Μείωση των φορολογικών συντελεστών να αρχίσει από το 2014, με στόχο το 15%.
• Αποποινικοποίηση του αδικήματος της μη καταβολής φόρων που οφείλονται σε αδυναμία καταβολής τους.
• Κατάργηση της προκαταβολής φόρου.
• Συμψηφισμός των οφειλών σε όλες τις βαθμίδες του Δημοσίου (στενό Δημόσιο, Δήμοι, Περιφέρειες κλπ).
• Όταν υπάρχει ρύθμιση των οφειλών, να μην γίνεται παρακράτηση από τιμολόγια και μεταβιβάσεις.
ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ:
Τα Επιμελητήρια εδώ και πάρα πολλούς μήνες έχουν επισημάνει προς τα συναρμόδια Υπουργεία Οικονομικών και Εργασίας ότι οι ρυθμίσεις που είχαν προωθήσει για το θέμα της υπερχρέωσης των επιχειρήσεων, θα απέβαιναν άκαρπες. Γι’ αυτό προτείνουν:
• Το άμεσο πάγωμα των οφειλών.
• Η ελεύθερη επιλογή κλίμακας προκειμένου το ύψος των εισφορών να ανταποκρίνεται στις πραγματικές δυνατότητες των επαγγελματιών.
• Η αύξηση των δόσεων της ρύθμισης τουλάχιστο σε 100 προκειμένου να μπορούν να ανταποκριθούν οι επιχειρηματίες στο επιπλέον κόστος πέραν της τρέχουσας
εισφοράς.
• Η αποποινικοποίηση του αδικήματος της μη καταβολής εισφορών που οφείλονται σε αδυναμία καταβολής τους.
• Να δοθεί η δυνατότητα επιλογής όσων πλησιάζουν στην συνταξιοδότηση με
παρακράτηση των οφειλομένων μέσω μέρους της σύνταξης τους ή με την επιλογή
της μειωμένης συνταξιοδότησης για τα έτη που οφείλουν.
• Η ενεργοποίηση της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης για τους οφειλέτες (με τις
οικογένειές τους).
Ειδικά, ως προς την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη υπογραμμίζεται ότι τα μέλη του Επιμελητήριου Αρκαδίας οργανώνονται στο να ακολουθήσουν την δικαστική οδό καθότι πρόκειται για ζήτημα ζωτικής σημασίας που συνδέεται με το αναφαίρετο ανθρώπινο δικαίωμα του κάθε Έλληνα πολίτη στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.
ΓΙΑ ΤΑ ΠΥΡΟΠΛΗΚΤΑ ΔΑΝΕΙΑ
Τα Επιμελητήρια των πυρόπληκτων νομών, λαμβάνοντας υπόψη τις ανεξέλεγκτες δυσμενείς οικονομικές συνθήκες κάτω από τις οποίες καλούνται να επιβιώσουν εκατοντάδες χιλιάδες ελεύθεροι επαγγελματίες και μικρομεσαίες επιχειρήσεις και την εξαγγελία νέων δυσβάστακτων μέτρων, εκφράζουν την αγωνία τους και την απόγνωσή τους, γιατί τα νέα φορολογικά και άλλα εισπρακτικά μέτρα θα οδηγήσουν τους επιχειρηματίες, την επιχειρηματικότητα και την κοινωνία στην απόλυτη και τελειωτική εξόντωση.
Τα Επιμελητήρια των πυρόπληκτων νομών, κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για την σοβαρότητα της κατάστασης, εστιάζοντας την προσοχή τους στο σοβαρό ζήτημα των επιχειρηματικών δανείων των πυρόπληκτων νομών.
Για τα δάνεια των επιχειρήσεων των πυρόπληκτων νομών, που επλήγησαν από τις μεγάλες πυρκαγιές του 2007 και οι οποίες λόγω της οικονομικής κρίσης, της μεγάλης πτώσης του κύκλου εργασιών τους και παράλληλα λόγω της αύξησης της φορολογίας -φόρους στα ακίνητα, ασφαλιστικές εισφορές, κ.λπ.- καθιστούν αδύνατη την αποπληρωμή των τόκων των εν λόγω δανείων, πόσο μάλλον την αποπληρωμή μέρους του κεφαλαίου τους, και προς τούτο σας προτείνουμε τα εξής:
1. Την εξαίρεση των πυρόπληκτων επιχειρήσεων από την κατάργηση των εγγυήσεων του δημοσίου. Είναι ανάγκη να υπάρξει διάλογος με τη συμμετοχή Τραπεζών, Επιμελητηρίων και Δημοσίου για την εξεύρεση λύσεων, με στόχο την βιωσιμότητα των επιχειρήσεων των πυρόπληκτων νομών.
2. Περίοδο χάριτος και επιπλέον παράταση της περιόδου χάριτος για 2 έτη.
Το παραπάνω μέτρο θα συμπεριλαμβάνει εγγυημένα και μη εγγυημένα δάνεια, καθώς και δάνεια τα οποία έχουν καταγγελθεί. Θα πρέπει να αποφασισθεί άμεσα, καθώς, σύμφωνα με τα ισχύοντα προβλέπεται να γίνει καταγγελία των δανείων από τις τράπεζες, μετά την 30η Ιουνίου 2014, που σημαίνει καταστροφή για τις επιχειρήσεις και μεγάλες απώλειες για το Δημόσιο.
3. Μείωση επιτοκίου
Η υπ’ αριθμ. 36579/Β.1666/27-8-2007 υπουργική απόφαση καθόριζε ως επιτόκια, το εκάστοτε επιτόκιο των ΕΓΕΔ, δωδεκάμηνης διάρκειας, της τελευταίας έκδοσης πριν από την έναρξη της περιόδου εκτοκισμού, προσαυξημένο κατά 70% πλέον εισφοράς του ν. 128/75 και ίσχυε η πιο κάτω εικόνα όσον αφορά τα επιτόκια:
➢ Το επιτόκιο ΕΓΕΔ ήταν 4,18%, ενώ το EURIBOR 12 μηνών ήταν 4,764%.
➢ Σήμερα το επιτόκιο ΕΓΕΔ είναι 4,85% και το EURIBOR 12 μηνών 0,33%
Άρα θα πρέπει το επιτόκιο των ρυθμίσεων να αποδεσμευτεί από το ΕΓΕΔ και να προσαρμοστεί το EURIBOR, διαφορετικά επιβαρύνονται δυσανάλογα οι επιχειρήσεις και το ελληνικό Δημόσιο, όσον αφορά την συμμετοχή του στην επιδότηση του επιτοκίου.
Σαφώς, η ρύθμιση θα πρέπει να περιλαμβάνει την ρήτρα πως το επιτόκιο θα έχει μεγίστη οροφή το 5%, για την χρονική περίοδο μετά το 2017, όπως έγινε και με την 10ετή ρύθμιση που έκανε η Eurobank.
4. Επιμήκυνση των δανείων με συνολική περίοδο αποπληρωμής τα 25 χρόνια, διότι η πραγματική εικόνα της οικονομίας, όπως διαμορφώθηκε από την οικονομική κρίση, συνέβαλε στο κλείσιμο εκατοντάδων μικρών και μεγάλων επιχειρήσεων και στην ραγδαία αύξηση της ανεργίας.
Για την επιμήκυνση των δανείων προτείνουμε 2 κατηγορίες:
➢ Στην πρώτη κατηγορία (δάνεια ρύθμισης οφειλών), που η διάρκεια αποπληρωμής τους είναι δέκα χρόνια (+2 χρόνια παράταση), να επεκταθεί στα 25 χρόνια με τοκοχρεωλυτική αποπληρωμή.
➢ Στην δεύτερη κατηγορία (δάνεια χορήγησης νέων κεφαλαίων κίνησης), που η διάρκεια είναι πέντε χρόνια (+2 χρόνια παράταση), να επεκταθεί συνολικά στα 15 χρόνια με τοκοχρεωλυτική αποπληρωμή.
Για να αποκτήσει η χώρα μας αναπτυξιακούς ρυθμούς, που σήμερα στερείται λόγω της μεγάλης ύφεσης, χρειάζεται λιγότερους φόρους, λιγότερη λιτότητα και χρηματοπιστωτική ανάσα στον επιχειρηματικό τομέα, διαφορετικά τα λουκέτα θα αυξηθούν με γεωμετρική πρόοδο.
ΓΙΑ ΤΗΝ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ
Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις ήδη βρίσκονται στη μέγγενη εδώ και πολλούς μήνες, με τον τραπεζικό δανεισμό να γίνεται διαρκώς δυσκολότερος και ακριβότερος. Τα προγράμματα που εφαρμόστηκαν μέχρι σήμερα μέσω του ΤΕΜΠΜΕ και του ΕΤΕΑΝ για τη διευκόλυνση της δανειοδότησης, δεν επέφεραν τα αναμενόμενα αποτελέσματα.
Αυτή τη στιγμή απαιτείται οι εγγυήσεις που λαμβάνουν οι τράπεζες από το κράτος να μετουσιωθούν άμεσα σε χορηγήσεις δανείων προς τις επιχειρήσεις με αποκλειστικό γνώμονα τη ρευστότητα στην αγορά και τη στήριξη της πραγματικής οικονομίας.
Το κράτος οφείλει να δημιουργήσει όλες τις απαραίτητες προϋποθέσεις ώστε τα δισεκατομμύρια ευρώ του πακέτου ρευστότητας των τραπεζών να ενισχύσουν τη ρευστότητα των επιχειρήσεων. Γιατί αυτό αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την παραμονή στη ζωή χιλιάδων επιχειρήσεων, τη διατήρηση των θέσεων εργασίας και τη διασφάλιση του εισοδήματος χιλιάδων οικογενειών
ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΑΚΟ ΘΕΣΜΟ
Η σημερινή κρίση και η ύφεση που μαστίζει τη χώρα έχει οδηγήσει τις περισσότερες επιχειρήσεις, αλλά και πολλούς δημόσιους οργανισμούς, σε αδιέξοδο. Η επιτακτική ανάγκη εξεύρεσης λύσεων οδηγεί συχνά τους αρμόδιους σε σπασμωδικές κι αλόγιστες κινήσεις χωρίς υπολογισμό ιδιαίτερα των ακούσιων συνεπειών, που εγκυμονούν τον κίνδυνο να αποδυναμώσουν ακόμη περισσότερο τις επιχειρήσεις και την επιχειρηματική δραστηριότητα της χώρας.
Ιδιαίτερα η αποδυνάμωση των Επιμελητηρίων, τόσο με το «κούρεμα» ενός μεγάλου μέρους των χρηματικών τους αποθεμάτων, όσο και με την προβλεπόμενη κατάργηση της υποχρεωτικής εγγραφής από την 01.01.2015, την κατάργηση θεώρησης βιβλίων από την 1.1.2014 και την προβλεπόμενη κατάργηση του προέλεγχου επωνυμίας, τείνει να βλάψει νευραλγικά και τον τελευταίο «προμαχώνα» της τοπικής οικονομικής και επιχειρηματικής δραστηριότητας. Στη δύσκολη αυτή περίοδο, που οι επιχειρήσεις προσπαθούν να ανακτήσουν τη δυναμικότητα τους κι αναζητούν νέα, ανταγωνιστικά και καινοτόμα προϊόντα κι ένα νέο παραγωγικό μοντέλο, κινδυνεύουν να μείνουν χωρίς στήριξη. Πώς όμως θα μπορέσουν μόνες τους οι επιχειρήσεις, χωρίς άμεση και ουσιαστική υποστήριξη, χωρίς ένα δικό τους φορέα που γνωρίζει τις ανάγκες τους να οργανωθούν, να δημιουργήσουν νέα προϊόντα και να αναπτύξουν το νέο παραγωγικό μοντέλο;
Ακριβώς αυτό το αδιέξοδο, η έλλειψη σοβαρών εναλλακτικών προτάσεων, αλλά και η κρισιμότητα της κατάστασης, που δεν επιδέχεται άλλους πειραματισμούς και λανθασμένες επιλογές, μας οδήγησε στο να αναζητήσουμε απαντήσεις σε ένα θέμα που δεν τέθηκε μέχρι σήμερα από κανέναν ειδικό ή εμπλεκόμενο: Ποιός θα είναι ο ρόλος του Επιμελητηρίου στην ανοικοδόμηση της χώρας; Ή με άλλα λόγια: Ποιο ρόλο καλείται και ποιο ρόλο πρέπει να παίξει το Επιμελητήριο στην οικονομική ανάπτυξη και την επιχειρηματική δραστηριότητα της χώρας; Στόχος μας είναι, μέσω της ανάλυσης της παρούσας κατάστασης να επεξεργαστούμε συγκεκριμένες προτάσεις για το τι μπορεί και το τι πρέπει να κάνει το Επιμελητήριο στο μέλλον και να οραματιστούμε το Επιμελητήριο του 2025.
Θέλουμε να κάνουμε εμπεριστατωμένες προτάσεις και με αυτόν τον τρόπο να συμβάλουμε στον καλύτερο σχεδιασμό της αναπτυξιακής πολιτικής και να θέσουμε νέα πρότυπα, για το πώς πρέπει μελλοντικά να προσεγγίζουμε και να σχεδιάζουμε πολιτικές στρατηγικής σημασίας.
Τα Επιμελητήρια είναι ένας δημόσιος οργανισμός, που διαφέρει σημαντικά των υπολοίπων, διότι μέσω της επιμελητηριακής αυτοδιοίκησης και αυτοχρηματοδότησης, όχι μόνο δεν επιβαρύνουν με την λειτουργία τους οικονομικά το κράτος, αλλά διεκπεραιώνουν υπηρεσίες που θα κόστιζαν στο κράτος εκατομμύρια αν τις ασκούσαν άλλες δημόσιες υπηρεσίες. Επιπλέον τα Επιμελητήρια είναι ο φορέας εκπροσώπησης όλου του επιχειρηματικού κόσμου και ο φορέας που βρίσκεται κοντά στις ελληνικές επιχειρήσεις και γνωρίζει από πρώτο χέρι τις ανάγκες, τα προβλήματα αλλά και τις ιδιαιτερότητες τους. Δεν υπάρχει άλλος δημόσιος φορέας που να συσπειρώνει όλο τον επιχειρηματικό κόσμο (υποχρεωτική συμμετοχή), η διοίκηση του να εκλέγεται άμεσα από τις επιχειρήσεις (αιρετότητα), να ασκεί διοικητικές υπηρεσίες (π.χ. αδειοδοτήσεις, Γ.Ε.ΜΗ, Υπηρεσία μιας Στάσης) και να βρίσκεται κοντά στις Επιχειρήσεις σ΄όλη την επικράτεια (εθνική εμβέλεια). Γι΄αυτό τα Επιμελητήρια είναι σε θέση:
• να εκπροσωπούν έγκυρα τις επιχειρήσεις σε όλο το φάσμα τους
• να ασκούν με ευθύνη τις διοικητικές υπηρεσίες που τους ανατίθενται
• να πληροφορούν και να υποστηρίζουν κάθε επιχείρηση.
Βέβαια, τα Επιμελητήρια λειτουργούσαν μέχρι στιγμής υποστηρίζοντας το υπάρχον παραγωγικό μοντέλο και η προσοχή τους ήταν κυρίως στραμμένη σε θέματα εκπροσώπησης, διοικητικών υπηρεσιών, πληροφόρησης και μεμονωμένων πρωτοβουλιών. Με αυτόν τον τρόπο απέφευγαν τις μεγάλες επενδύσεις, το πολύ προσωπικό και μπορούσαν να διατηρήσουν τη συνδρομή των μελών τους σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Στη σημερινή συγκυρία ο ρόλος αυτός όμως δεν αρκεί.
Σήμερα γίνεται ολοένα και πιο επιτακτική η ανάγκη ενός αναπτυξιακού οργανισμού με στόχο την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας, τη βελτίωση της παραγωγικότητας και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ΜMΕ. Τα Επιμελητήρια είναι οι μόνοι φορείς που πληρούν βασικές προϋποθέσεις και θα μπορούσαν να αναλάβουν αυτό το ρόλο και να γίνουν Κέντρα παροχής υπηρεσιών και οικονομικής ανάπτυξης. Με την πανελλαδική τους παρουσία μπορούν να γίνουν βασικός μηχανισμός στήριξης της οικονομίας και αναγκαίος μοχλός στήριξης και αφύπνισης της τοπικής κοινωνίας.
Το Επιμελητήριο Αρκαδίας επεξεργάστηκε και παρουσίασε το υπόμνημα «Το Επιμελητήριο στην Ελλάδα και ο ρόλος του στην ανοικοδόμηση της χώρας -Το Επιμελητήριο το 2025» που περιλαμβάνει μία σειρά προτάσεων για την αναμόρφωση και τον εκσυγχρονισμό του Επιμελητηριακού θεσμού.
ΓΙΑ ΤΟ ΠΑΡΑΕΜΠΟΡΙΟ
Η αντιμετώπιση των πολλαπλών προβλημάτων που γεννά το παραεμπόριο και η πάταξη της παραοικονομίας, η οποία στο σύνολό της εκτιμάται στο 30% του ΑΕΠ, συνιστά ένα ζήτημα κεφαλαιώδους σημασίας, ιδίως στην πολύ δύσκολη δημοσιονομική κατάσταση που βρίσκεται η χώρα, όπου το ελληνικό κράτος αναζητά εναγωνίως πόρους. Υπ’ αυτήν την έννοια, βασικός στόχος της Ελληνικής Πολιτείας θα πρέπει να είναι η είσπραξη δασμών, επιπλέον φόρων και ΦΠΑ τουλάχιστον 9 δις ευρώ ετησίως, χρήματα που χρειάζεται αλλά και δικαιούται. Αναφορικά με το λαθρεμπόριο απομιμήσεων, εκτιμάται ότι ο τζίρος των προϊόντων μαϊμού ανέρχεται στα 8-9 δισ. ευρώ και όσον αφορά το ποσοστό κυκλοφορίας αυτών των προϊόντων, στην ένδυση-υπόδηση το ποσοστό ανέρχεται στο 20%, στα ηλεκτρικά είδη στο 10%, στα είδη δώρων (gadget) στο 15%, στα ποτά-καπνό περίπου στο 2,5%, ενώ στα τρόφιμα το ποσοστό ακόμη είναι μη μετρήσιμο.
Σχετικά με τα άμεσα μέτρα που επιβάλλεται να ληφθούν για τη διασφάλιση του εισοδήματος του καταναλωτή και του μικρομεσαίου επιχειρηματία, τόσο η ΕΣΕΕ όσο και τα Επιμελητήρια έχουν προτείνει ταυτόχρονες ενέργειες όπως:
• Αποτελεσματικότερος έλεγχος στα τελωνεία κατά την είσοδο των προϊόντων αυτών στη χώρα μας και ιδίως στα μεγάλα λιμάνια με την χρήση σύγχρονων συστημάτων ελέγχου, για να αυξηθεί ο αριθμός των δεσμευόμενων προϊόντων,
• Διενέργεια αυστηρών ελέγχων στις αποθήκες, που συγκεντρώνονται αυτά τα εμπορεύματα, καθώς και στο δίκτυο πώλησης, στα πεζοδρόμια, τους δρόμους, τις πλατείες, στους παράνομους μικροπωλητές, οι οποίοι τα προμηθεύουν στον καταναλωτή.
• Απλοποίηση των διαδικασιών και εφαρμογή της ήδη υπάρχουσας νομοθεσίας, που προβλέπει την καταστροφή αυτών των προϊόντων, με ρίψη σε κάδους απορριμμάτων και χρήση ανεξίτηλου χρώματος από τη δημοτική αστυνομία και την ΕΛΑΣ.
Από την άλλη πλευρά, πρέπει να προωθηθούν άμεσα καμπάνιες ενημέρωσης των καταναλωτών για τους κινδύνους που ενέχουν τα προϊόντα απομιμήσεων, αλλά και για τις αρνητικές συνέπειες που έχει το παραεμπόριο για την ελληνική αγορά και την απασχόληση.
Σε μια περίοδο καταναλωτικής κρίσης, μας δίνεται μοναδική ευκαιρία, να ευαισθητοποιήσουμε, να ενημερώσουμε και να πείσουμε τους Έλληνες καταναλωτές ότι μπορούμε να ζήσουμε χωρίς προϊόντα παραποίησης και απομίμησης.
Η διασπορά των αρμοδιοτήτων δίωξης παρεμπορίου και η απουσία ενός κεντρικού ενιαίου φορέα για την υλοποίηση του σχετικού έργου, δημιουργούν επικαλύψεις, καθιστώντας το σχετικό έργο, στην ουσία, αναποτελεσματικό.
Από το 2008 την κύρια ευθύνη για τη δίωξη του παρεμπορίου έχουν οι ελεγκτικές Υπηρεσίες κάθε Δήμου (Δημοτική Αστυνομία) με τη συνδρομή της ΕΛ.ΑΣ.
Σε ειδικές περιπτώσεις ελέγχου μπορεί να συγκροτούνται, με ευθύνη των Δήμων, μικτά συνεργεία ελέγχων από τις παραπάνω συναρμόδιες Υπηρεσίες (Απόφαση Υφυπουργού Ανάπτυξης Αρ. Πρωτ. Α2-408/2-4-2008).
Τα αποτελέσματα της εφαρμογής της ανωτέρω απόφασης είναι γνωστά: αντί για τον περιορισμό της διακίνησης παρεμπορίου, παρατηρήθηκε έξαρση, η οποία – συνδυαζόμενη με την οικονομική κρίση και την ύφεση – συνετέλεσε στο να φτάσει η επιβίωση του νόμιμου εμπορίου σε οριακή κατάσταση.
Σήμερα, ο τζίρος του παρεμπορίου ανέρχεται στα €25 δισ., η φοροδιαφυγή, από αυτό, στα €8 δισ., η δε χώρα μας συγκαταλέγεται στις δέκα (10) πρώτες χώρες της Ε.Ε. στη διακίνηση – διάθεση παραποιημένων προϊόντων, σύμφωνα με σχετική έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Τα Επιμελητήρια έχουν τονίσει ότι το ζητούμενο για την αποτελεσματική πάταξη του παρεμπορίου δεν είναι η δημιουργία απλά ενός συντονιστικού οργάνου των διάσπαρτων υπηρεσιών που εμπλέκονται στη σχετική αρμοδιότητα αλλά η ύπαρξη ενός νέου οργάνου που θα έχει εξ ολοκλήρου την αρμοδιότητα και την ευθύνη για να φέρει σε πέρας το δύσκολο αυτό έργο. Πιστεύουμε ότι είναι άμεση ανάγκη να δημιουργηθεί ένας κεντρικός, ενιαίος φορέας, αποκλειστικά υπεύθυνος για το αντικείμενο της δίωξης του παρεμπορίου, με πανελλαδική διάρθρωση και αρμοδιότητα».
Αναλυτικότερα, από την ΚΕΕΕ προτείνεται η συγκέντρωση όλων των αρμοδιοτήτων των συναρμόδιων υπηρεσιών σε ένα όργανο, με την ονομασία «Σώμα Ελέγχου και Δίωξης Παρεμπορίου» (ΣΕΔΙΠ), του οποίου θα προΐσταται Ειδικός Γραμματέας, και το οποίο θα υπάγεται στο Υπουργείο Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. Οι αρμοδιότητες του Σώματος ορίζονται ως αυτές που προβλέπονται από τις σχετικές διατάξεις για το αντικείμενο και για τις προαναφερόμενες Υπηρεσίες.
Στην ουσία, δεν πρόκειται για τη δημιουργία νέα Υπηρεσίας, αλλά για ενοποίηση/συνένωση όλων των σχετικών αρμοδιοτήτων σε ένα Σώμα (βλ. σχετικό συνημμένο οργανόγραμμα), το οποίο θα στελεχωθεί αυστηρώς με τη μεταφορά σε αυτό των υπαλλήλων των διαφόρων φορέων οι οποίοι ασχολούνται σήμερα με το αντικείμενο, χωρίς τη διενέργεια νέων προσλήψεων (οι οποίες άλλωστε, δεν είναι δυνατό να γίνουν, βάσει των διατάξεων των Μνημονίων). Ειδικότερα:
Οι θέσεις του προσωπικού της εν λόγω Υπηρεσίας καλύπτονται από τις υφισταμένες οργανικές θέσεις των υπηρεσιών που ασκούσαν τις αρμοδιότητες αυτές, με μεταφορά αυτών, τόσο σε κεντρικό, όσο και περιφερειακό επίπεδο, η δε στελέχωση γίνεται άμεσα, με μετακίνηση υπαλλήλων (σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 του Ν. 4024/2011) καθώς και των χρησιμοποιούμενων από αυτούς μέσων για την άσκηση του σχετικού έργου, από Υπηρεσίες διαφορετικών Υπουργείων, Αποκεντρωμένων Διοικήσεων και Επιμελητηρίων της χώρας, για πιο αποτελεσματικούς ελέγχους.
Επίσης προβλέπεται- και κρίνεται αναγκαία- η τοποθέτηση Εισαγγελικής Αρχής στην εν λόγω Υπηρεσία με αρμοδιότητα τη δίωξη των σχετικών παραβάσεων.
ΓΙΑ ΤΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΝΕΡΓΟΥΣ
Με επιστολή του στους αρμόδιους φορείς, το Επιμελητήριο Αρκαδίας έχει τονίσει την ανάγκη στροφής της στόχευσης των προγραμμάτων αυτών, έτσι ώστε να στηριχθούν και οι άνεργοι στο να βρουν δουλειά, αλλά και οι επιχειρήσεις. Στην επιστολή αυτή αναφέρει συνοπτικά:
Αυτήν την περίοδο της μεγάλης οικονομικής κρίσης με στρατιές ανέργων, το Υπουργείο Εργασίας συνεχίζει να υλοποιεί δράσεις κατάρτισης ανέργων με προσανατολισμό που δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες των καιρών. Συνεχίζει την κατάρτιση ανέργων δίνοντας πακτωλό χρημάτων στα ΚΕΚ για την κατάρτιση τους, κατάρτιση που είναι αμφιβόλου ποιότητας και που πληρώνεται πάρα πολύ ακριβά, η οποία δεν έχει οδηγήσει σε ανάπτυξη των δεξιοτήτων των ανέργων έτσι ώστε να βρουν εργασία. Η εκπαίδευση που λαμβάνουν είναι κατά βάση θεωρητική και αναλώνεται στους τομείς του μάρκετινγκ, του μάνατζμεντ και της γνώσης υπολογιστών.
Όλα τα παραπάνω καταδεικνύουν το αδιέξοδο αυτής της πρακτικής και την ανάγκη να σταματήσει η στείρα θεωρητική κατάρτιση και το επίδομα-βοήθημα που δίνεται στους ανέργους για να καταρτιστούν να γίνει επίδομα εργασίας, έτσι ώστε να εργάζονται σε επιχειρήσεις αποκτώντας πραγματικές δεξιότητες, αλλά και μια ευκαιρία για περαιτέρω απασχόληση. Θεωρούμε ότι τα προγράμματα του ΕΣΠΑ πρέπει να διαμορφωθούν έτσι ώστε τα κεφάλαια αυτά να πέφτουν στην πραγματική οικονομία και σε αυτούς που τα έχουν ανάγκη και όχι στα ΚΕΚ και στη συμβουλευτική.
Σε αυτήν την κατεύθυνση, προτείνουμε να εκπονηθεί ένα πρόγραμμα απόκτησης πραγματικής εργασιακής εμπειρίας και δεξιοτήτων, στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ανάπτυξη Ανθρώπινου Δυναμικού», αντίστοιχο με το Πρόγραμμα Κοινωφελούς Εργασίας που προβλέπει 5μηνη απασχόληση σε φορείς του Δημοσίου, ΟΤΑ, ΝΠΔΔ, Σωματεία και διάφορες οργανώσεις, το οποίο όμως θα δίνει τη δυνατότητα στους ανέργους να απασχοληθούν σε επιχειρήσεις. Με αυτόν τον τρόπο οι πόροι του προγράμματος θα διοχετευθούν απευθείας στους ανέργους δικαιούχους, θα λάβουν πραγματική εργασιακή εμπειρία και δεξιότητες και ταυτόχρονα θα στηριχθεί η πραγματική οικονομία και οι επιχειρήσεις που ταλανίζονται από την κρίση.

Post a Comment

Νεότερη Παλαιότερη